lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ψωμί στα ουγγρική

Λέξη:
ψωμί (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική ψωμί, ψωμί χωρίς μαγιά, ψωμί συνταγές, ψωμί ονειροκρίτης, ψωμί ολικής αλέσεως, ψωμί και τριαντάφυλλα, ψωμί στα ουγγρική, kenyér στα ελληνικά
ψωμί στα ουγγρική