lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ψωμί στα φινλανδικά

Λέξη:
ψωμί (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά ψωμί, ψωμί χωρίς μαγιά, ψωμί συνταγές, ψωμί ονειροκρίτης, ψωμί ολικής αλέσεως, ψωμί και τριαντάφυλλα, ψωμί στα φινλανδικά, leipä στα ελληνικά
ψωμί στα φινλανδικά