lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ψωμί στα νορβηγικά

Λέξη:
ψωμί (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (5):
brød, dopp, hvetebrød, rugbrød, smørbrød
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά ψωμί, ψωμί χωρίς μαγιά, ψωμί συνταγές, ψωμί ονειροκρίτης, ψωμί ολικής αλέσεως, ψωμί και τριαντάφυλλα, ψωμί στα νορβηγικά, brød στα ελληνικά
ψωμί στα νορβηγικά