lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μεταγενέστερος στα νορβηγικά

Λέξη:
μεταγενέστερος (Αριθμός των γραμμάτων: 14)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (7):
følgende, førstkommende, kommende, nest, neste, påfølgende, suksessiv
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά μεταγενέστερος, μεταγενέστερος συνώνυμο, μεταγενέστερος στα αγγλικά, μεταγενέστερος σημασια, μεταγενέστερος μεταφραση, μεταγενέστερος λεξικο, μεταγενέστερος στα νορβηγικά, følgende στα ελληνικά
μεταγενέστερος στα νορβηγικά