lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ψηφοφόρος στα νορβηγικά

Λέξη:
ψηφοφόρος (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (3):
elektor, kurfyrste, velger
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά ψηφοφόρος, ψηφοφόρος στα νορβηγικά, elektor στα ελληνικά
ψηφοφόρος στα νορβηγικά