lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

όρεξη στα γερμανικά

Λέξη:
όρεξη (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (8):
appetit, begierde, geiz, gier, hunger, lust, sucht, verlangen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά όρεξη, όρεξη συνώνυμα, όρεξη στην εγκυμοσύνη, όρεξη να χεις πολίχνη, όρεξη να χεις αχαρναι, όρεξη να χεις ασπροπυργος, όρεξη στα γερμανικά, appetit στα ελληνικά
όρεξη στα γερμανικά