lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

όρεξη στα σουηδικά

Λέξη:
όρεξη (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (6):
aptit, matlust, åtrå, begär, iver, lyst
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά όρεξη, όρεξη συνώνυμα, όρεξη στην εγκυμοσύνη, όρεξη να χεις πολίχνη, όρεξη να χεις αχαρναι, όρεξη να χεις ασπροπυργος, όρεξη στα σουηδικά, aptit στα ελληνικά
όρεξη στα σουηδικά