lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

όρεξη στα αγγλικά

Λέξη:
όρεξη (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (7):
appetite, desire, intemperate, greed, lust, prurience, thirst
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά όρεξη, όρεξη συνώνυμα, όρεξη στην εγκυμοσύνη, όρεξη να χεις πολίχνη, όρεξη να χεις αχαρναι, όρεξη να χεις ασπροπυργος, όρεξη στα αγγλικά, appetite στα ελληνικά
όρεξη στα αγγλικά