lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στριγγλίζω στα ουγγρική

Λέξη:
στριγγλίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (3):
ordítani, sikoly, üvölteni
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική στριγγλίζω, στριγγλίζω στα ουγγρική, ordítani στα ελληνικά
στριγγλίζω στα ουγγρική