lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συνέπεια στα ουγγρική

Λέξη:
συνέπεια (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (10):
folyomány, folytatás, sorozat, eredmény, hatály, hatás, következmény, okozat, javaslat, következtetés
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική συνέπεια, συνέπεια τόξου, συνέπεια συνώνυμο, συνέπεια συνωνυμα, συνέπεια στα αγγλικά, συνέπεια ορισμός, συνέπεια στα ουγγρική, folyomány στα ελληνικά
συνέπεια στα ουγγρική