lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συνέπεια στα πορτογαλικά

Λέξη:
συνέπεια (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (14):
conclusas, conclusão, consequência, dedicais, efeito, impressão, oferta, pedida, proposta, resulta, resultado, sequela, sucessiva, suserania
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά συνέπεια, συνέπεια τόξου, συνέπεια συνώνυμο, συνέπεια συνωνυμα, συνέπεια στα αγγλικά, συνέπεια ορισμός, συνέπεια στα πορτογαλικά, conclusas στα ελληνικά
συνέπεια στα πορτογαλικά