lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τρέχω στα ουγγρική

Λέξη:
τρέχω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (7):
futni, szaladgálni, fut, repülni, szállni, gondolatjel, hajtani
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική τρέχω, τρέχω συνώνυμα, τρέχω στα αρχαία, τρέχω ονειροκρίτης, τρέχω και δεν φτάνω, τρέχω για την κατερίνη 2013, τρέχω στα ουγγρική, futni στα ελληνικά
τρέχω στα ουγγρική