lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ξαφνικός στα ουκρανικά

Λέξη:
ξαφνικός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (10):
брутальний, грубий, крутий, невихований, необроблений, непристойний, образливий, раптовий, різкий, сирий
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ξαφνικός, ξαφνικός πόνος στο στομάχι, ξαφνικός πόνος στο γόνατο, ξαφνικός πόνος στην πλάτη, ξαφνικός πόνος στην κοιλιά, ξαφνικός πόνος στη μέση, ξαφνικός στα ουκρανικά, брутальний στα ελληνικά
ξαφνικός στα ουκρανικά