lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ποινή στα ουκρανικά

Λέξη:
ποινή (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (8):
вирок, відвідування, гадка, горе, думка, кара, розважливість, розсудливість
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά ποινή, ποινή φυλάκισης με αναστολή, ποινή φυλάκισης, ποινή του εντοιχισμού, ποινή με αναστολή, ποινή λιπομαρτυρίας, ποινή στα ουκρανικά, вирок στα ελληνικά
ποινή στα ουκρανικά