lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σαρκικός στα ουκρανικά

Λέξη:
σαρκικός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (5):
тілесний, естетичний, плотський, почуттєвий, чуттєвий
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά σαρκικός, σαρκικός στα ουκρανικά, тілесний στα ελληνικά
σαρκικός στα ουκρανικά