lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σαρκικός στα λευκορωσίας

Λέξη:
σαρκικός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (3):
цялесны, адчувальны, пачуццёвы
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας σαρκικός, σαρκικός στα λευκορωσίας, цялесны στα ελληνικά
σαρκικός στα λευκορωσίας