lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σαρκικός στα γερμανικά

Λέξη:
σαρκικός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (10):
körperlich, leiblich, physikalisch, physisch, empfindlich, empfindsam, sensibel, sinnlich, üppig, wollüstig
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά σαρκικός, σαρκικός στα γερμανικά, körperlich στα ελληνικά
σαρκικός στα γερμανικά