lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συγκλονίζω στα ουκρανικά

Λέξη:
συγκλονίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (3):
жахати, жахніть, страхати
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά συγκλονίζω, συγκλονίζω στα ουκρανικά, жахати στα ελληνικά
συγκλονίζω στα ουκρανικά