lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συγκλονίζω στα ρωσικά

Λέξη:
συγκλονίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (2):
напугать, ужасать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά συγκλονίζω, συγκλονίζω στα ρωσικά, напугать στα ελληνικά
συγκλονίζω στα ρωσικά