lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συγκλονίζω στα πορτογαλικά

Λέξη:
συγκλονίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (3):
amedrontar, atemorizar, horrorizar
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά συγκλονίζω, συγκλονίζω στα πορτογαλικά, amedrontar στα ελληνικά
συγκλονίζω στα πορτογαλικά