lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ασπρίζω στα πολωνική

Λέξη:
ασπρίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (3):
bielić, pobielić, wybielać
Σχετικές λέξεις:
πολωνική ασπρίζω, ασπρίζω στα πολωνική, bielić στα ελληνικά
ασπρίζω στα πολωνική