lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εισόδημα στα πολωνική

Λέξη:
εισόδημα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (2):
dochód, przychód
Σχετικές λέξεις:
πολωνική εισόδημα, εισόδημα που δεν εντάσσεται σε άλλη περίπτωση του πίν 4, εισόδημα επιβολής εισφοράς, εισόδημα από την χρήση ε.ι.χ. στελεχών επιχειρήσεων, εισόδημα από κινητές αξίες, εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, εισόδημα στα πολωνική, dochód στα ελληνικά
εισόδημα στα πολωνική