lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αϋπνία στα πορτογαλικά

Λέξη:
αϋπνία (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (2):
desvelo, insonso
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά αϋπνία, αϋπνία συμπτώματα, αϋπνία στα παιδιά, αϋπνία μωρού, αϋπνία κατάθλιψη, αϋπνία και εγκυμοσύνη, αϋπνία στα πορτογαλικά, desvelo στα ελληνικά
αϋπνία στα πορτογαλικά