lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

παπούτσι στα πορτογαλικά

Λέξη:
παπούτσι (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (2):
botim, sapato
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά παπούτσι, παπούτσι όνειρο, παπούτσι στο όνειρο, παπούτσι ονειροκρίτης, παπούτσι ετυμολογία, παπούτσι εργασίας, παπούτσι στα πορτογαλικά, botim στα ελληνικά
παπούτσι στα πορτογαλικά