lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διατηρώ στα σουηδικά

Λέξη:
διατηρώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (9):
bevara, holkbar, konservera, försörja, hålla, upprätthålla, livnära, underhålla, uppträda
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά διατηρώ, πως διατηρώ, διατηρώ το δικαίωμα, διατηρώ συνώνυμο, διατηρώ συνώνυμα, διατηρώ αντωνυμο, διατηρώ στα σουηδικά, bevara στα ελληνικά
διατηρώ στα σουηδικά