lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: σπάταλος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
careless, extravagant, lavish, prodigal, profligate, profuse, spendthrift, wasteful
σπάταλος
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
marnotratník, marnotratný, nehospodárný, rozhazovačný, rozmařilý, štědrý
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
nobel, verschwenderisch
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
ødeland, ødsel
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
derrochador, despilfarrado, disipador, pródigo
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
dilapidateur, dissipateur, dépensier, large, prodigue
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sløsaktig, ødeland, ødsel
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
расточителен, расточительный
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
slösaktig
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
марнатраўны
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tuhlaavainen
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
pazar, tékozló
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
manieto, pródigo
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
безглуздий, екстравагантний, зашарітися, марнотратний, нерозсудливий, почервоніти, ринути, розбещений, розкішний, рясний, струмінь, химерний, хлинути, червоніти, шаріти, шарітися, щедрий
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
marnotrawny, rozrzutny

Σχετικές λέξεις

σπάταλος συνώνυμο