lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πλέκω στα τσεχική

Λέξη:
πλέκω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (2):
plést, uplést
Σχετικές λέξεις:
τσεχική πλέκω, πλέκω το εγκώμιο, πλέκω σκούφο με βελόνες, πλέκω παπουτσάκια, πλέκω μπολερό, πλέκω με βελόνες, πλέκω στα τσεχική, plést στα ελληνικά
πλέκω στα τσεχική