lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δανεισμός στα φινλανδικά

Λέξη:
δανεισμός (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά δανεισμός, δανεισμόσ και χρηματοοικονομική πίεση στα νοικοκυριά, δανεισμός χρημάτων, δανεισμός τίτλων, δανεισμός προσωπικού, δανεισμός μισθωτού, δανεισμός στα φινλανδικά, laina στα ελληνικά
δανεισμός στα φινλανδικά