lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εισπνέω στα φινλανδικά

Λέξη:
εισπνέω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (2):
innoittaa, inspiroida
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά εισπνέω, εισπνέω στα φινλανδικά, innoittaa στα ελληνικά
εισπνέω στα φινλανδικά