lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τόκος στα αγγλικά

Λέξη:
τόκος (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (13):
affair, avocation, bargain, business, concern, deal, hobby, interest, job, shop, take-up, trade, zest
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά τόκος, τόκος υπερημερίας τι είναι, τόκος υπερημερίας σήμερα, τόκος υπερημερίας δημοσίου 6, τόκος υπερημερίας 2014, τόκος υπερημερίας, τόκος στα αγγλικά, affair στα ελληνικά
τόκος στα αγγλικά