lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χοντρός στα αγγλικά

Λέξη:
χοντρός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (38):
adipose, ample, big, bigness, bold, bulk, bulky, capital, chunky, coarse, coarseness, fat, fatty, fleshy, fubsy, goodly, grand, grease, greasy, great, gross, gutsy, heavy, lard, large, massive, massy, oily, plump, roughen, sizable, snotty, stout, succulent, suet, thick, thicker, unctuous
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά χοντρός, χοντρός χοντρός καλόγερος με γένια στο κεφάλι, χοντρός συνώνυμα, χοντρός λιγνός μενίδι, χοντρός λιγνός, χοντρός και λιγνός ταινίες, χοντρός στα αγγλικά, adipose στα ελληνικά
χοντρός στα αγγλικά