lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άμβλωση στα βουλγαρικά

Λέξη:
άμβλωση (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά άμβλωση, άμβλωση στα βουλγαρικά, аборт στα ελληνικά
άμβλωση στα βουλγαρικά