lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μάτσο στα βουλγαρικά

Λέξη:
μάτσο (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (1):
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά μάτσο, μάτσο πίτσου, μάτσο μαν, μάτσο αντρας, μάτσο στα βουλγαρικά, сноп στα ελληνικά
μάτσο στα βουλγαρικά