lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

προσαρμόζω στα ιταλικά

Λέξη:
προσαρμόζω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (11):
accordare, adattare, adattarsi, adeguare, adeguarsi, aggiustare, assettare, correggere, ordinare, riordinare, uniformare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά προσαρμόζω, προσαρμόζω τη δόση μου, προσαρμόζω συνώνυμο, προσαρμόζω συνώνυμα, προσαρμόζω μετάφραση, προσαρμόζω αγγλικά, προσαρμόζω στα ιταλικά, accordare στα ελληνικά
προσαρμόζω στα ιταλικά