lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λίπος στα γαλλικά

Λέξη:
λίπος (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (25):
adipeux, assaisonnement, boulot, croustilleux, dodu, fort, graisse, graisseux, gras, graveleux, gravelure, gros, grossi, grossier, matériel, onctueux, panne, potelé, rabelaiserie, rebondi, saindoux, truffe, volumineux, épais, étoffé
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά λίπος, λίπος φώκιας, λίπος στο συκώτι, λίπος στο στομάχι, λίπος στο στήθος, λίπος στην κοιλιά γυναίκες, λίπος στα γαλλικά, adipeux στα ελληνικά
λίπος στα γαλλικά