lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

λίπος στα ισπανικά

Λέξη:
λίπος (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (20):
abultado, adiposo, craso, espeso, gordo, gran, grande, grasa, grasiento, graso, grosero, grueso, manteca, obeso, pingüe, rollizo, tosco, unto, untuoso, voluminoso
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά λίπος, λίπος φώκιας, λίπος στο συκώτι, λίπος στο στομάχι, λίπος στο στήθος, λίπος στην κοιλιά γυναίκες, λίπος στα ισπανικά, abultado στα ελληνικά
λίπος στα ισπανικά