lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πονηρός στα γαλλικά

Λέξη:
πονηρός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (37):
accort, adroit, artificieux, astucieux, avide, captieux, cauteleux, débrouillard, dégourdi, déluré, fallacieux, fin, finaud, finet, fièvre, fourbe, frauduleux, futé, habile, ingénieux, insidieux, intelligent, madré, mal, malin, matois, méchant, retors, roublard, ruse, rusé, spirituel, subreptice, subtil, traître, trompeur, étoffe
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά πονηρός, πονηρός συνώνυμα, πονηρός πράκτωρ καραγκιόζης 1966, πονηρός πράκτωρ καραγκιόζης, πονηρός πλαστικός χειρουργός, πονηρός ο βλάχος, πονηρός στα γαλλικά, accort στα ελληνικά
πονηρός στα γαλλικά