lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πονηρός στα νορβηγικά

Λέξη:
πονηρός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (19):
advokatorisk, dyktig, fiffig, flink, ful, gløgg, klok, list, listig, lumsk, lur, skuld, slug, smart, smidig, snedig, svek, underfundig, utspekulert
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά πονηρός, πονηρός συνώνυμα, πονηρός πράκτωρ καραγκιόζης 1966, πονηρός πράκτωρ καραγκιόζης, πονηρός πλαστικός χειρουργός, πονηρός ο βλάχος, πονηρός στα νορβηγικά, advokatorisk στα ελληνικά
πονηρός στα νορβηγικά