lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πονηρός στα σουηδικά

Λέξη:
πονηρός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (28):
advokatorisk, arglistig, bakslug, bedräglig, behändig, duktig, fiffig, fintlig, flink, händig, illmarig, klipsk, klok, klyftig, list, listig, lur, lömsk, skicklig, skuld, slug, smart, smidig, snedig, svek, sług, underfundig, värka
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά πονηρός, πονηρός συνώνυμα, πονηρός πράκτωρ καραγκιόζης 1966, πονηρός πράκτωρ καραγκιόζης, πονηρός πλαστικός χειρουργός, πονηρός ο βλάχος, πονηρός στα σουηδικά, advokatorisk στα ελληνικά
πονηρός στα σουηδικά