lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υποδουλώνω στα γαλλικά

Λέξη:
υποδουλώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (9):
asservir, assujettir, dompter, subjuguer, enchaîner, soumettre, astreindre, captiver, contraindre
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά υποδουλώνω, υποδουλώνω συνωνυμο, υποδουλώνω αντώνυμο, υποδουλώνω στα γαλλικά, asservir στα ελληνικά
υποδουλώνω στα γαλλικά