lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δροσερός στα γερμανικά

Λέξη:
δροσερός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (10):
frisch, frischen, frostig, kalt, kühl, kühlen, neu, neuartig, originell, ungebraucht
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά δροσερός, δροσερός συνώνυμα, δροσερός translation, δροσερός στα γερμανικά, frisch στα ελληνικά
δροσερός στα γερμανικά