lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δροσερός στα ιταλικά

Λέξη:
δροσερός (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (11):
assideramento, freddo, fresco, frigido, gelido, moderno, novellino, novello, nuovo, recente, tiepido
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά δροσερός, δροσερός συνώνυμα, δροσερός translation, δροσερός στα ιταλικά, assideramento στα ελληνικά
δροσερός στα ιταλικά