lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επικρατώ στα γερμανικά

Λέξη:
επικρατώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (8):
beherrschen, dominieren, führen, geherrscht, herrschen, kontrollieren, regieren, steuern
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά επικρατώ, επικρατώ συνώνυμο, επικρατώ συνώνυμα, επικρατώ αγγλικά, επικρατώ english, επικρατώ στα γερμανικά, beherrschen στα ελληνικά
επικρατώ στα γερμανικά