lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

επικρατώ στα ιταλικά

Λέξη:
επικρατώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (6):
dominare, governare, padroneggiare, predominare, regnare, vigilare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά επικρατώ, επικρατώ συνώνυμο, επικρατώ συνώνυμα, επικρατώ αγγλικά, επικρατώ english, επικρατώ στα ιταλικά, dominare στα ελληνικά
επικρατώ στα ιταλικά