lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κοπάζω στα γερμανικά

Λέξη:
κοπάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (8):
ermäßigen, mindern, reduzieren, schmälern, schwinden, verkleinern, vermindern, verringern
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά κοπάζω, κοπάζω στα γερμανικά, ermäßigen στα ελληνικά
κοπάζω στα γερμανικά