lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αιτία στα τσεχική

Λέξη:
αιτία (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (38):
bystrost, chytrost, duch, dávka, důvod, důvtip, inteligence, mozek, mysl, navrhovatel, nárok, oprávnění, podnět, pohnutka, popud, pramen, pravda, pravý, právo, pře, přesný, příděl, přímo, přímý, příčina, původ, rovný, rozum, rozumný, správný, vtip, vtipnost, věc, zdravý, zdroj, zřídlo, žadatel, žalobce
Σχετικές λέξεις:
τσεχική αιτία, αιτία της ανεργίας, αιτία συνώνυμα, αιτία ρατσισμού, αιτία πολέμου, αιτία και συνέπειες της οργανωσιακής δέσμευσης, αιτία στα τσεχική, bystrost στα ελληνικά
αιτία στα τσεχική