lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μάχομαι στα γερμανικά

Λέξη:
μάχομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (4):
fechten, kämpfen, ringen, streiten
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά μάχομαι, μάχομαι συνωνυμα, μάχομαι αρχικοί χρόνοι, μάχομαι στα γερμανικά, fechten στα ελληνικά
μάχομαι στα γερμανικά