lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μάχομαι στα αγγλικά

Λέξη:
μάχομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (11):
battle, combat, conflict, contend, dispute, fight, militate, scramble, strive, struggle, wrestle
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά μάχομαι, μάχομαι συνωνυμα, μάχομαι αρχικοί χρόνοι, μάχομαι στα αγγλικά, battle στα ελληνικά
μάχομαι στα αγγλικά