lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φιλάργυρος στα γερμανικά

Λέξη:
φιλάργυρος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (19):
begehrlich, begierig, dicht, eigennützig, geizen, geizhals, geizig, geizkragen, geldgierig, gierig, habgierig, habsüchtig, karg, knapp, knauserig, schmal, schmutzig, schäbig, spärlich
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά φιλάργυρος, φιλάργυρος του μολιέρου υπόθεση, φιλάργυρος του μολιέρου αθηνοραμα, φιλάργυρος του μολιέρου, φιλάργυρος προσφορα, φιλάργυρος μπεζος κριτικη, φιλάργυρος στα γερμανικά, begehrlich στα ελληνικά
φιλάργυρος στα γερμανικά