lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φιλάργυρος στα πορτογαλικά

Λέξη:
φιλάργυρος (Αριθμός των γραμμάτων: 10)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (14):
avarento, avaro, chucho, cobiçoso, descaso, parco, paupérrimo, piloso, rapaz, rochoso, sedento, sequioso, sórdido, ávido
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά φιλάργυρος, φιλάργυρος του μολιέρου υπόθεση, φιλάργυρος του μολιέρου αθηνοραμα, φιλάργυρος του μολιέρου, φιλάργυρος προσφορα, φιλάργυρος μπεζος κριτικη, φιλάργυρος στα πορτογαλικά, avarento στα ελληνικά
φιλάργυρος στα πορτογαλικά